- κατάβολος
- Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 36 κάτ.) της Κέρκυρας. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού, στις νοτιοανατολικές πλαγιές του όρους Παντοκράτορας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κασσωπαίων του νομού Κερκύρας.
* * *ο (Α κατάβολος)νεοελλ.μέρος στη θάλασσα στο οποίο φυλάγονται οι αστακοί δεμένοι με σπάγγο για να διατηρούνται φρέσκοιαρχ.1. μέρος στη θάλασσα στο οποίο περικλείονταν οστρακόδερμα ή ψάρια, ιχθυοτροφείο2. επίνειο3. αποθήκη για φύλαξη εμπορευμάτων4. η καταβολή, η πληρωμή με δόσεις.[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + -βολος (< βόλος < βάλλω), πρβλ. μετά-βολος, παρά-βολος].
Dictionary of Greek. 2013.